- προσεδάφιση
- ηη προσγείωση, το κατέβασμα ενός αεροσκάφους ή διαστημοπλοίου στη γη.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
προσεδάφιση — η, Ν [προσεδαφίζω] κάθοδος πτητικής μηχανής ή διαστημικού οχήματος στο έδαφος τής Γης ή άλλου ουράνιου σώματος … Dictionary of Greek
αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… … Dictionary of Greek
Άρης — I Θεός του πολέμου και από τους μεγαλύτερους θεούς της ελληνικής, αλλά και της λατινικής μυθολογίας. Γιος του Δία και της Ήρας ή μόνο της Ήρας που έμεινε έγκυος με την επαφή άνθους ή της Ενυούς (γι’ αυτό και ονομάζεται Ενυάλιος), που όμως… … Dictionary of Greek
προσγείωση — η, Ν 1. (αεροπ.) επάνοδος πτητικής μηχανής, λ.χ. αεροσκάφους, ή διαστημικού οχήματος, στο έδαφος τής Γης, αλλ. προσεδάφιση στη Γη 2. προσέγγιση στη στεριά 3. μτφ. επαναφορά στην πραγματικότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσγειώνω. Η λ., στον λόγιο τ.… … Dictionary of Greek
σεληνάκατος — η, Ν τμήμα διαστημοπλοίου και ιδίως τού αμερικανικού «Απόλλων», σχεδιασμένο κατάλληλα για προσεδάφιση στη Σελήνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < σελήνη + άκατος «μικρό σκάφος» (πρβλ. ατμ άκατος, βενζιν άκατος)] … Dictionary of Greek
προσγείωση — η κάθοδος στη γη, προσεδάφιση: Είναι δύσκολη η προσγείωση των αεροπλάνων με την ομίχλη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)